6/5/12

Η ΒΛΟΓΗΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ


Σαν ήμουν στον καιρό της νιότης μου είχαν πει πως σε κάποια πολιτεία ζουσαν όλοι οι άνθρωποι μ' οδηγήτρες τους τις Γραφές.

Κι είπα:
«Θ' αναζητήσω αυτή την πόλη, να χαρώ την ευλογία της».


Κι ήταν μακριά πολύ. Κι έκανα γερή κουμπάνια για το ταξίδι μου.
Και μετά σαράντα μέρες ξεδιάκρινα την πόλη, και στις σαράντα μέρες και μια, σ' αυτήν εμπήκα.

Και τι να δω!
Το σύνολο από τους κάτοικους της πόλης, ήταν άτομα που δεν είχαν παρά μόνο ένα μάτι κι ένα χέρι.
Κι εμβρόντητος μονολόγησα:
«Μπορεί σε μια τόσο άγια πόλη οι άνθρωποι να μην έχουν παρά ένα μάτι κι ένα χέρι;»

Τότε πρόσεξα πως κι εκείνοι είχαν μείνει κατάπληχτοι,
απορώντας πολύ, για τα δυο μου μάτια και τα δυο μου χέρια.

Και καθώς αντάλλαζαν κουβέντες, μεταξύ τους, τους ρώτησα:
«Eίναι στ' αλήθεια αυτή η Βλογημένη Πολιτεία, που καθένας ζει μ' οδηγήτρες του τις Γραφές;»

Και μου απάντησαν: «Ναι, αυτή 'ναι».

«Και τι συφορά σας βρήκε», είπα, «τι έγιναν τα δεξιά σας μάτια και τα δεξιά σας χέρια;»

Κι όλος Ο λαός μπήκε σε κίνηση.
Κι είπανε: «'Έλα, να δεις» ..

Και με πήγαν στο ναό, καταμεσής στην πόλη.

Και μέσα στο ναό είδα: σωρό χέρια και μάτια.
Σα φύλλα μαδημένα.

Και τότες είπα: «Αλίμονο! Ποιός κουρσευτής πρόσταξε, τέτοια σκληρότητα, σε βάρος σας;»

Και, ψίθυρος υψώθηκε σαν κύμα ανάμεσό τους.

Κι ένας από τους πρεσβύτερους βγήκε μπροστά από όλους κι είπε:
«Είναι αυτοπραξία μας.

Ο Θεός μας έκανε κουρσευτές πάνω στο κακό που έβοσκε μέσα μας».

Και μ' οδήγησε μπρος σ' ένα ψηλό βωμό, κι ολόκληρο το πλήθος ακλουθουσε.

Και μου 'δειξε πάνου στο βωμό μια επιγραφή, σκαλισμένη, που έγραφε:

«Ει δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σκανδαλίζει σε, έξελε αυτόν και βάλε απο σου· συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληση εν των μελών σου, και μη όλον το σώμα σου βληθή εις γέεναν' και ει η δεξιά σου χειρ σκανδαλίζει σε, έκκοψον αυτήν και βάλε από σου· συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληση εν των μελών σου και μη όλον το σώμα σου βληθή εις γέεναν».

Τότε μπήκα στο νόημα.
Και στρεφόμενος στα πλήθη φώναξα:
«Δεν υπάρχει ούτε ένας, (άντρας η γυναίκα, ανάμεσό σας: που να έχει δυο μάτια η δυο χέρια;»

Και μου απάντησαν, λέγοντας:
«Όχι, ούτε ένας. Δεν υπάρχει Ούτε ένας, εχτός από τα παιδιά - τα πολύ μικρά ακόμα για να μπορούν να διαβάσουν τη Γραφή και να καταλάβουν τις εντολές της».

Και μόλις βγήκαμε από το ναό, εγκατάλειψα αμέσως τη Βλογημένη Πολιτεία'
γιατί δεν ήμουν πολύ μικρός, και γιατί μπορούσα τη Γραφή να διαβάσω.

9/3/12

ΔΑΚΡΥΑ ΚΑΙ ΓΕΛΙΟ - Η Δημιουργία


Ο Θεός χώρισε ένα πνεύμα από τον εαυτό του , κι έπλασε μ'αυτό την ομορφιά . Την πλημμύρισε μ'όλες τις ευλογίες χάρης και καλοσύνης.
Της έδωσε την κούπα της ευτυχίας κι είπε:
"Mην πιείς από την κούπα τούτη, παρά μόνο αν ξεχάσεις το παρελθόν και το μέλλον , γιατί
η ευτυχία δεν είναι παρά η στιγμή ".
Και της έδωσε τη κούπα της θλίψης κι είπε :
"Να πιείς από την κούπα τούτη και θα καταλάβεις το νόημα των πρόσκαιρων στιγμών της χαράς της ζωής, γιατί
η θλίψη πάντα είναι περίσσια".
Κι ο Θεός της χάρισε μια αγάπη που θα την εγκατέλειπε για πάντα με τον πρώτο στεναγμό γήινης ικανοποίησης και μια γλύκα που θα 'φευγε με την πρώτη γνώση της κολακείας .
Και της έδωσε σοφία από τον ουρανό για να την οδηγήσει στο σωστό μονοπάτι , και τοποθέτησε στα βάθη της καρδιάς της ένα μάτι που βλέπει το αόρατο και δημιούργησε μέσα της αγάπη και καλοσύνη για όλα τα πράγματα ,Την έντυσε με φορέματα ελπίδας που οι άγγελοι του ουρανού είχαν υφάνει από τα χρώματα του ουράνιου τόξου,Και τη σκέπασε με τη
σκιά της σύγχισης , που είναι η αυγή της ζωής και του φωτός .
Έπειτα ο Θεός πήρε φωτιά από το καμίνι της οργής και καφτό άνεμο από τη έρημο της άγνοιας , και κοφτερή άμμο από την ακρογιαλιά του εγωισμού , και χώμα κάτω από τα πόδια των αιώνω , και τ'ανακάτωσε κι έφτιαξε τον Άνθρωπο .
Έδωσε στον Άνθρωπο μια τυφλή δύναμη που λυσσάει και τον σπρώχνει στην τρέλλα , που σβύνει μόνο με τη ικανοποίηση του πόθου, κι έβαλε μέσατου ζωή που έιναι το φάσμα του θανάτου.
Κι ο Θεός γέλασε κι έκλαψε .Ένοιωσε μεγάλη αγάπη και οίκτο για τον Άνθρωπο, και τον προστάτεψε κάτω από τις συμβουλές του.






22/10/11

ΠΡΟΣΩΠΑ



Με χίλιες όψεις πρόσωπο μου 'τυχε να 'χω δει,
και πρόσωπο μ' ανάλλαχτη τη μια και μόνη του όψη,
σαν εκμαγείο που κρατουν πολλοί (στερνή φυγή ...)
όταν το δρέπανο του χάρου τον καρπό έχει κόψει.

Έχω απαντήσει πρόσωπο,
που μπόρεσα να δω
μέσ' απ' την έξω λάμψη του,
της ασκήμιας τα βύθια,
και πρόσωπο που χρειάστηκε
ν' αποκαλύψω οδό στις λάμψες του,
την ομορφιά για να χαρώ στ'αλήθεια.

Γέρικο πρόσωπο έχω δει,
περγαμηνή σωστή,
που τίποτα δεν εγραφε πια για τα περασμένα,
κι αντάμωσα λείο πρόσωπο,
σωστά που αν διβαστεί
για, πράξεις και για πράγματα,
τα πάντα έχει γραμμένα.

Τα πρόσωπα γνωρίζω εγώ
γιατί κοιτάζω πίσω
απ' του δικού μου του ματιού,
που υφαίνεται,την πλέξη·
κι ότι γραμμένο κι άγραφο
χαρτί σαν ατενίσω,
πραγματικότητες πεζές βγάζω:
λέξη πρός λέξη.

Share this post