1/3/09

5. AMMOΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΣ




Το ίδιο κ’ εμείς να κάνουμε, μη δεν έχουμε μάθει –
αλλιώς τραγούδισμα, να πει, θα εβόλιε ανθρώπου στόμα;

*

Του κοκκινόφτερου πουλιού – η διάνοια είναι – τραγούδι.
στ’ αρχίνισμα μιας άνοιξης αργής, θεϊκό λουλούδι…

*

Δεν κατορθώνει, και το πιο φτερωτό πνεύμα ακόμα,
να μην ακούει το, της ανάγκης προς τη φύση, στόμα…

*

Δεν είναι μουσικός πιο λίγο, ένας τρελός, μα η γνώση:
σε κάποια, απ’ τις χορδές του οργάνου του, έχει «πιό-τεντώσει»…

*

Τραγούδι, που στα βύθια της βουβό ’χειρότερο η μάνα στείλει,
θα τραγουδιέται στου παιδιού της, κάποτε, τα χείλη…

*

Κανένας πόθος δυνατός, ούτ’ έρωτας μεγάλος
δέ μένουν ανεκπλήρωτοι, μήδ’ ο ένας ούδ’ ο άλλος…

*

Τόσες χρονιές περάσαμε μαζί, κι ως τώρ’ ακόμη:
τ’ άλλο μου εγώ δέ βρίσκει τέλεια τη δική μου γνώμη…
Και κάθομαι και σκέφτομαι πως ίσως είν’ αλήθεια
κει κάπου ανάμεσα στους «δυο» μας, στ’ άδυτά μας βύθια…

*

Το Ένα Εγώ σου τρών’ οι πόνοι
– που όλο: για σέν’ αυτό πονά –
στη Λύπη, τ’ άλλο, μεγαλώνει.
Γι’ αυτό παν’ όλα τους καλά…

*

Αγώνας δεν υφίσταται, ποτέ, ψυχής με Σώμα.
Δεν είναι παρά, μες στο νου τους: όνειρο-αγωνία,
κείνων που, αποκοιμήθηκ’ η ψυχή τους, και για στρώμα
θαρρούν πως βρήκαν το κορμί. Κι εχάθη η αρμονία.

*

Βαθιά, σαν φτάσεις μέσα στην καρδιά
της ζωής την πλέρια βρίσκεις ομορφάδα
ακόμα και στα μάτια, που τυφλά
μένουν, στης ομορφιάς τη λαμπεράδα…

*

Της ζήσης μας μοναδικός σκοπός:
την ομορφιά, να βρούμ’ εμείς, το κάλλος!
Κι είναι της προσμονής μας ο καιρός,
όλος ο χρόνος, που διαβαίνουμε, ο άλλος…

*

Σπείρε ένα σπόρο μες στη γης, για ν’ αποκτήσεις γνώση:
ότι σε λίγο λούλουδο θα σου α ν τ α π ο δ ώ σ ε ι …

*

Στον ουρανό τα ονείρατά σου στείλε, κ’ ένα αστέρι
θα κατέβει· τον λατρευτό σου να σου ξαναφέρει…

*

Πέθανε ο διάβολος τη μέρα που είδες φως και γέννα.
Για της ψυχής, τα μάτια μου, μια μέρα λάμψης τόσης!
Κι ότι απ’ τις άλλες ζήταγε, πια δέ ζητά από σένα
η κόλαση, να τη διαβείς κι άγγελο ν’ ανταμώσεις…

*

Την καρδιά του άντρα δανεική πολλές γυναίκες πήραν,
μα, λίγες, να την κατακτήσουν, είχαν την πείραν…

*

Γυναίκα ή άντρας, μια καρδιά σαν θέ να κατακτήσει,
δεν πρέπει να συλλογιστεί γι’ απαίτηση καμιά.
Φτάνει, το χέρι της γυναίκας, χέρι αντρός ν’ αγγίσει,
κι οι δυο μαζί του αιώνιου, τότε, αγγίζουν την καρδιά…

*

Ο Έρωτας· πέπλο ανάμεσα στους εραστές, και ρίχτει
τ’ αόρατο, τριγύρω τους που τους τυλίγει, δίχτυ…
Ο άντρας, γυναίκες δυο αγαπά: μια, φαντασίας του πλάσμα,
κι άλλη μια που δέ διάβηκε του ανύπαρκτου το χάσμα…

*

Άντρας που δέ συγχώρεσε γυναίκας μικρολάθη,
και τι αρετές μεγάλες τρέφει, ουδέποτε θα μάθει…

*

Ο έρωτας που δεν ξανανιώνει, μέρα με τη μέρα,
γίνεται φυλακής κελί με ανίας γλίσχρο αγέρα…

*

Σαν τι αγκαλιάζουν οι εραστές, στο πάθος το μεγάλο;
Το ίνδαλμα, που είναι ανάμεσά τους, κι όχι ένας τον άλλο…

*

Διδάσκει η πείρα και την πείρα, κάποιος που ’χειρότερο, ξέρει
πως δυσπιστία κι έρωτας δεν πάνε χέρι χέρι…

*

Ο έρωτας λέξη ’ναι από φως, γραμμένη σαν αχτίδα,
μ’ ένα φωτός χέρι, σε μια φωτός λαμπροσελίδα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Share this post