13/9/11

Η ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ Ο ΤΡΕΛΟΣ






-Είµαι σαν εσέ, ω, Νύχτα, σκοτεινός και γυµνός·
περπατώ στο φλογοστρωµένο µονοπάτι
που είναι πάνου από τους οπτασιασµούς µου,
κι οποτεδήποτε το πόδι µου αγγίζει χώµα
µια γιγάντισσα Βαλανιδιά φυτρώνει.

-'Όχι, δεν είσαι σαν εµένα, ω, Τρελέ,
γιατί εσύ ακόµα πισωκοιτάζεις,
να δεις πόσο τρανό 'ναι τ' αχνάρι του ποδιου σου
π'αφηκες στην αµµο.

-Είµαι σαν εσέ, ω, Νύχτα, σιγηλός και βαθύς·
και στην καρδιά της µοναξιάς µου
πλαγιάζει µια Θεά, σε - γέννας µιας - κρεβάτι.
Και γι' αυτό που γεννιέται ο ουρανός αγγίζει την Κόλαση.

-'Όχι, δεν είσαι σαν εµένα, ω, Τρελέ,
γιατί εσύ φρικιάς ακόµα µπρος στον πόνο,
και το τραγούδι της άβυσσος τρόµους σου φέρνει.

-Είµαι σαν εσέ,ω, Νύχτα, άγριος και φοβερός·
γιατί στ' αφτιά µου µυρµηγκιάζουν
οι κραυγές εθνών κατακτηµένων
κι αναστενάγµατα λησµονηµένων τόπων.

-'Όχι, δεν είσαι σαν εµένα, ω, Τρελέ,
γιατί εσύ ακόµα παίρνεις τον µικρο-εαυτό σου, για σύντροφο,
και δεν µπορεις να φιλιώσεις µε τον τερατώδικο-εαυτό σου.

-Είµαι σαν εσέ, ω, Νύχτα, σκληρός κι απαίσιος'
γιατί τα στήθια µου πυρακτώνουνται
από φλεγόµενα καράβια στη θάλασσα,
και είναι µατοβαµµένα τα χείλια µου,
από αιµατα πολεµιστων σφαγµένων.

-'Όχι, δεν είσαι σαν εµένα, ω, Τρελέ'
γιατί η αποθυµιά για µια αδερφή ψυχή ακόµα σε δυναστεύει
κι εσύ δεν έχεις γίνει ακόµα αυτονόµος, για σένα.

-Είµαι σαν εσέ, ω, Νύχτα, χαρωπός κι ευτυχισµένος'
γιατί κείνος που κατοικεί στη σκιά µου
είναι τώρα µεθυσµένος µε παρθενικό κρασί, αγιοσύνης,
κι εκείνη που µε ακολουθει αµαρταίνει περίχαρα.

-'Όχι, δεν είσαι σαν εµένα, ω, Τρελέ,
γιατί η ψυχή σου διπλωµένη είναι, σ' εφτάδιπλα πέπλα,
και δεν κρατάς την καρδιά σου στο ιδιο σου το χέρι.

-Είµαι σαν εσέ, ω, Νύχτα, υποµονετικός κι όλο πάθος'
γιατί στα στήθια µου: µια χιλιάδα νεκροί εραστές,
είναι θαµµένοι - σαβανωµένοι µε φιλιά µαραµένα.

-Ναί, Τρελέ, είσαι σαν εµένα;
Είσαι σαν εµένα;
Και µπορεις εσύ να ιππέψεις την καταιγίδα σαν άτι,
και ν'αδράξεις τον κεραυνό σα σπαθί;

-Σαν εσέ, ω, Νύχτα, σαν εσέ, δυνατός κι αψηλός,
κι ο θρόνος µου είναι θεµελιωµένος πάνω σε σωρούς πεσµένων Θεων·
κι ακόµα, µπροστά µου διαβαίνουν οι µέρες
για να φιλήσουν τον ακρόγυρο του µανδύα µου,
µα ουδέποτε για ν' ατενίσουν το πρόσωπό µου.

-Είσαι σαν εµέ, παιδί της πιό σκοταδιασµένης καρδιάς µου;
Και σκέφτεσαι τις πιο ακαταδάµαστες σκέψεις µου
και µιλας τή γιγάντισσα γλώσσα µου;

-Ναι, είµαστε δίδυµα αδέρφια, ω, Νύχτα·
γιατί εσύ αποκαλύπτεις το διάστηµα
κι εγώ την ψυχή µου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Share this post